Αβιοτικό στοιχείο
Θερμοκρασία νερού
Η θερμοκρασία του νερού
αποτελεί σημαντικό αβιοτικό παράγοντα για κάθε υδάτινο οικοσύστημα καθώς επιδρά
στη διαλυτότητα του οξυγόνου και άλλων συστατικών, στο μεταβολικό ρυθμό και
στις άλλες ζωτικές λειτουργίες των υδρόβιων οργανισμών (αναπνοή - βιοαποικοδόμηση
οργανικών ενώσεων, αναπαραγωγή κ.ά.) και σε ποικιλία βιογεωχημικών αντιδράσεων.
Οι τιμές των βέλτιστων θερμοκρασιών για τους υδρόβιους φυτικούς και ζωικούς
οργανισμούς ποικίλουν.
|
Εικόνα 15. Για κάθε υδρόβιο
πληθυσμό υπάρχει ένα βέλτιστο εύρος θερμοκρασιών. Οι υδρόβιοι
πληθυσμοί μπορούν να διακριθούν γενικά σε θερμοανθεκτικούς, με αντοχή σε
υψηλές θερμοκρασίες και σε ψυχροανθεκτικούς, με αντοχή στις χαμηλές θερμοκρασίες.
Όσον αφορά το εύρος των θερμοκρασιών μέσα στο οποίο είναι δυνατή η επιβίωση
των υδρόβιων πληθυσμών, οι διάφοροι οργανισμοί μπορούν να διακριθούν σε
ευρύθερμους, με ανθεκτικότητα σε μεγάλο εύρος θερμοκρασιών και σε στενόθερμους,
με ανθεκτικότητα σε μικρές μόνο μεταβολές της θερμοκρασίας (εικ.15). |
Διαφορές στο θερμοκρασιακό
καθεστώς μιας λίμνης δημιουργούν ζωνώσεις (θερμική στρωμάτωση λίμνης). Σε μια
τυπική λίμνη διακρίνονται κυρίως οι τρεις παρακάτω ζώνες:
α) επιλίμνιο: πρόκειται για το επιφανειακό νερό (και αυτό που βρίσκεται σε μικρό
βάθος από την επιφάνεια) που δέχεται άμεσα τις επιδράσεις από τις μεταβολές
της θερμοκρασίας του αέρα (εποχιακές διακυμάνσεις της ατμοσφαιρικής θερμοκρασίας)
και τον άνεμο και περιέχει υψηλές συγκεντρώσεις διαλυμένου οξυγόνου. Το νερό
στο επιλίμνιο είναι συνήθως θερμότερο από αυτό των υποκείμενων στρωμάτων. Κατά
τη χειμερινή, ωστόσο, περίοδο και όταν η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας πλησιάζει
το μηδέν, το επιλίμνιο μπορεί να είναι ψυχρότερο από τα υποκείμενα στρώματα,
των οποίων η θερμοκρασία παραμένει σταθερή (4 βαθμοί C).
β) θερμοκλινές (μεταλίμνιο): πρόκειται για το λεπτό στρώμα νερού που παρεμβάλλεται
ανάμεσα στο επιλίμνιο και στο υπολίμνιο και χαρακτηρίζεται από σημαντική ελάττωση
της θερμοκρασίας όσο αυξάνεται το βάθος. Το θερμοκλινές εμποδίζει τη μεταφορά
του διαλυμένου οξυγόνου και των θρεπτικών συστατικών από το επιλίμνιο στο υπολίμνιο.
γ) υπολίμνιο: πρόκειται για το κατώτερο, βαρύτερο και ψυχρότερο στρώμα της λίμνης
που χαρακτηρίζεται συνήθως από χαμηλές συγκεντρώσεις διαλυμένου οξυγόνου. Λόγω
ανώμαλης διαστολής και μεγάλης θερμοχωρητικότητας του νερού, κατά τους ψυχρούς
μήνες του έτους (θερμοκρασία ατμόσφαιρας κοντά ή υπό του μηδενός), η θερμοκρασία
στο υπολίμνιο παραμένει σταθερή (4 βαθμοί C).
Όπως έχει ήδη αναφερθεί για υδάτινα οικοσυστήματα ένα μεγάλο μέρος της απορροφούμενης
ηλιακής ακτινοβολίας μετατρέπεται σε θερμότητα αυξάνοντας τη θερμοκρασία του
νερού. Ωστόσο συνεισφορά θερμότητας στο νερό, σε μικρότερα όμως μεγέθη, μπορεί
να γίνει και από τον αέρα, το ίζημα και τις γειτονικές χερσαίες εκτάσεις.